Το κάταγμα αστραγάλου είναι ένας κοινός ορθοπεδικός τραυματισμός που μπορεί να επηρεάσει σημαντικά την κινητικότητα και την ποιότητα ζωής ενός ατόμου. Τα κατάγματα στον αστράγαλο μπορεί να προκληθούν εξαιτίας διαφόρων αιτιών, όπως μια πτώση, τυχόν απώλεια ισορροπίας ή να προκύψουν κατά τη διάρκεια αθλητικών δραστηριοτήτων. Η άρθρωση του αστραγάλου, ή αλλιώς η ποδοκνημική άρθρωση, συνιστά το σημείο σύνδεσης της κνήμης με το πόδι. Σχηματίζεται από το κάτω πέρας της κνήμης και της περόνης και του οστού της πτέρνας. Τα οστά συνδέονται μεταξύ τους με τη βοήθεια των συνδέσμων, οι οποίοι παρέχουν σταθερότητα στην άρθρωση. Εάν σε περίπτωση κατάγματος αστραγάλου τραυματιστούν και οι σύνδεσμοι, αυτή η βλάβη μπορεί να καταστήσει τον αστράγαλο ασταθή.
Κάταγμα αστραγάλου: Αίτια & Συμπτώματα
Συνήθως ένα κάταγμα αστραγάλου προκαλείται ως αποτέλεσμα κάποιας στροφικής κίνησης, ιδίως κατά τη διάρκεια κάποιας αθλητικής δραστηριότητας. Ο τραυματισμός αυτός μπορεί να προκύψει επίσης έπειτα από ένα στραβοπάτημα ή γύρισμα του ποδιού. Μπορεί επίσης να προκληθεί έπειτα από πρόσκρουση υψηλής δύναμης, όπως μια πτώση ή ένα αυτοκινητιστικό δυστύχημα. Σπανιότερα, ο τραυματισμός αυτός προκαλείται από ένα άμεσο χτύπημα.
Το βασικό σύμπτωμα ενός κατάγματος αστραγάλου είναι ο άμεσος και έντονος πόνος τη στιγμή του τραυματισμού, ο οποίος ενδέχεται να επεκτείνεται και σε άλλες περιοχές του ποδιού, όπως το γόνατο. Ο πόνος είναι πιο έντονος όταν ο ασθενής προσπαθεί να εναποθέσει βάρος στον τραυματισμένο αστράγαλο, ενώ συνήθως συνοδεύεται από οίδημα, εκχυμώσεις και δυσκαμψία. Ο αστράγαλος παρουσιάζει ευαισθησία κατά την αφή, ενώ μπορεί να παρατηρείται και εμφανής παραμόρφωση, ειδικά εάν το κάταγμα είναι σοβαρής μορφής. Σε περίπτωση παράλληλου τραυματισμού των νεύρων ή των αιμοφόρων αγγείων ενδέχεται να εκδηλωθεί και μούδιασμα ή αδυναμία κίνησης του ποδιού ή των δακτύλων.
Ταξινόμηση καταγμάτων αστραγάλου
Τα κατάγματα στον αστράγαλο μπορούν να ταξινομηθούν ανάλογα το βαθμό μετατόπισης των θραυσμάτων του οστού από την κανονική τους θέση. Έτσι, ένα κάταγμα αστραγάλου διακρίνεται σε σταθερό, παρεκτοπισμένο και ανοιχτό. Ένα σταθερό κάταγμα αστραγάλου εμφανίζεται όταν τα οστά δεν έχουν μετατοπιστεί από την αρχική τους θέση. Αυτά τα κατάγματα δεν απαιτούν χειρουργική επέμβαση. Παρεκτοπισμένο κάταγμα εμφανίζεται όταν τα θραύσματα των οστών έχουν μετακινηθεί από την κανονική τους θέση. Μπορεί να υπάρχουν θραύσματα σε μία, δύο ή τρεις περιοχές και η άρθρωση του αστραγάλου μπορεί επίσης να παρουσιάζει αστάθεια. Τα περισσότερα κατάγματα αστραγάλου με ταυτόχρονη παρουσία αστάθειας απαιτούν χειρουργική αντιμετώπιση. Όταν τα σπασμένα οστά διαπερνούν το δέρμα, ο τραυματισμός αυτός ονομάζεται ανοιχτό ή σύνθετο κάταγμα. Ένα ανοιχτό κάταγμα είναι επείγουσα ανάγκη και πρέπει να αντιμετωπιστεί χειρουργικά το συντομότερο δυνατό. Αυτό συμβαίνει επειδή μια ανοιχτή πληγή παρουσιάζει αυξημένο κίνδυνο μόλυνσης.
Διάγνωση καταγμάτων αστραγάλου
Η ακριβής διάγνωση των καταγμάτων του αστραγάλου είναι ζωτικής σημασίας για τον κατάλληλο σχεδιασμό θεραπείας. Η κλινική αξιολόγηση, συμπεριλαμβανομένης της λήψης ενός λεπτομερούς ιατρικού ιστορικού και της φυσικής εξέτασης, μπορεί να παρέχει σημαντικές πληροφορίες που διευκολύνουν τη διάγνωση του κατάγματος. Πρόσθετες απεικονιστικές εξετάσεις, όπως η ακτινογραφία και η αξονική ή μαγνητική τομογραφία, βοηθούν στην επιβεβαίωση της διάγνωσης, στην εκτίμηση της μετατόπισης του κατάγματος και στον εντοπισμό τυχόν συνοδών τραυματισμών.
Κάταγμα αστραγάλου: Θεραπεία
Το θεραπευτικό σχέδιο για ένα κάταγμα αστραγάλου βασίζεται στο βαθμό της παρεκτόπισης των θραυσμάτων των οστών. Τα σταθερά, μη παρεκτοπισμένα κατάγματα που αφορούν μόνο το ένα οστό της ποδοκνημικής άρθρωσης αντιμετωπίζονται συντηρητικά με ανάπαυση και εφαρμογή γύψου ή μπότας για 6 εβδομάδες. Μετά το πέρας 3 εβδομάδων ο ασθενής επιτρέπεται να εναποθέσει βάρος στο πόδι.
Εάν το κάταγμα αστραγάλου είναι πιο σοβαρής μορφής, ιδίως σε περίπτωση που τα θραύσματα των οστών είναι παρεκτοπισμένα, έχει ένδειξη η χειρουργική αντιμετώπιση. Η χειρουργική επέμβαση περιλαμβάνει την επανατοποθέτηση των θραυσμάτων των οστών στη θέση τους και τη συγκρότησή τους με ειδικές βίδες και μεταλλικές πλάκες, οι οποίες προσαρτώνται στην επιφάνεια του οστού. Μετά το χειρουργείο ο ασθενής παραμένει στο νοσοκομείο για λίγες ώρες κι έπειτα λαμβάνει εξιτήριο, καθώς στην πλειοψηφία των περιπτώσεων δεν απαιτείται νοσηλεία. Πολλές φορές οι ασθενείς μένουν μια μέρα στο νοσοκομείο απλά για παρακολούθηση.
Μετά τη χειρουργική επέμβαση, οι ασθενείς δεν επιτρέπεται να εναποθέσουν βάρος στον αστράγαλο για 4 έως 6 εβδομάδες, μέχρι να επουλωθεί το οστό. Βασικός παράγοντας προκειμένου να επιτευχθεί πλήρης αποκατάσταση, είτε μετά από συντηρητική είτε από χειρουργική αντιμετώπιση, είναι η έναρξη στοχευμένου προγράμματος φυσικοθεραπείας. Η φυσικοθεραπευτική αποκατάσταση διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο στην επιτάχυνση της ανάρρωσης μετά από κατάγματα αστραγάλου. Η διαδικασία αποκατάστασης συνήθως περιλαμβάνει μια σταδιακή προσέγγιση, ξεκινώντας από την αρχική ακινητοποίηση και προχωρώντας σταδιακά σε δραστηριότητες που φέρουν βάρος, ασκήσεις εύρους κίνησης, ασκήσεις ενδυνάμωσης και λειτουργική προπόνηση. Ο Ορθοπαιδικός Χειρουργός στην Αθήνα, Δρ. Γεώργιος Ποθητάκης, πραγματοποιεί με ακρίβεια τη διάγνωση πλήθους καταγμάτων αστραγάλου και εφαρμόζει την ενδεδειγμένη θεραπευτική προσέγγιση ανάλογα με τις ανάγκες της κάθε περίπτωσης.